
Ο καημένος ο Θωμάς πάντα περίμενε
και φοβότανε και ήλπιζε.Στου βουνού τις λιοκαμμένες πλαγιές,
περίμενε τις οχιές.
Τα πανέμορφα πλάσματα του διαβόλου.
Μα εκείνες δεν έρχονταν.
Δεν ήρθανε ποτές!
Τα πανέμορφα πλάσματα του διαβόλου.
Μα εκείνες δεν έρχονταν.
Δεν ήρθανε ποτές!
Ω, ναι! Ήρθαν σε άλλες μορφές, οι οχιές,
με θανάσιμη ομορφιά στολισμένες κι αυτές.
Μα τις έπιανε έτσι που να μην τον δαγκώνουν,
Μα τις έπιανε έτσι που να μην τον δαγκώνουν,
ο Θωμάς, ο καημένος.
Κι αν κάποια τον δάγκωνε παρ' όλα αυτά,
το ήξερε τ' αντίδοτο καλά.
Βότκα πολλή!
Βότκα πολλή!
Με δίχως μαρτίνι - μα με ελιά.
0 Σχόλια